Τραπεζες!!Με τα βλέμματα σε Ν. Υόρκη και Φρανκφούρτη οι ελληνικές τράπεζες!!
Τράπεζες: Τα φώτα σε Νέα Υόρκη και Φρανκφούρτη
Το συνέδριο της JP Morgan και η κρίσιμη απόφαση της ΕΚΤ για τη μείωση ή μη των επιτοκίων που περιμένουν με αγωνία οι επενδυτές
Ρεπορτάζ
Αγης Μάρκου
Σε δύο από τα μεγαλύτερα χρηματοοικονομικά κέντρα του πλανήτη θα είναι στραμμένα σήμερα τα βλέμματα της τραπεζικής αγοράς. Στη Φρανκφούρτη συνεδριάζει το διοικητικό συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) για τη νομισματική πολιτική, με το ενδιαφέρον να επικεντρώνεται στη συνέντευξη τύπου που θα παραχωρήσει η επικεφαλής της Κριστίν Λαγκάρντ, δίνοντας στίγμα για τις προθέσεις του σώματος ως προς το χρόνο εφαρμογής των πρώτων μειώσεων στο μέτωπο των επιτοκίων.
Στη Νέα Υόρκη από την άλλη πλευρά διεξάγεται το συνέδριο της JP Morgan με τη συμμετοχή των διοικήσεων των μεγαλύτερων ελληνικών τραπεζών, οι οποίες στο περιθώριό του θα έχουν επαφές με τα μεγαλύτερα επενδυτικά σπίτια του πλανήτη.
Σε αυτές θα παρουσιάσουν τις προοπτικές του εγχώριου κλάδου σε ένα κοινό που αναζητά ευκαιρίες υψηλών αποδόσεων αυτήν την περίοδο για να διοχετεύσει την πλεονάζουσα ρευστότητα που έχει σωρευτεί μετά το τελευταίο ράλι σε μετοχές και ομόλογα διεθνώς.
Οι συναντήσεις για Πειραιώς
Στην αμερικανική μεγαλούπολη βρίσκεται από την περασμένη Τρίτη η διοικητική ομάδα της Τράπεζας Πειραιώς, που είχε το προηγούμενο διήμερο συναντήσεις με περισσότερα από 30 funds, στο πλαίσιο της διαδικασίας πώλησης έως και του 27% των μετοχών της από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ).
Πρόκειται για μία συναλλαγή, που λόγω του ύψους της, έχει ήδη μπει στα ραντάρ των μεγάλων funds που αναζητούν deals με όγκο και επιχειρήσεις που υπόσχονται υψηλές υπεραξίες.
Σύμφωνα με τραπεζικούς κύκλους, σε αυτές τις συζητήσεις, που συντόνισαν οι δύο σύμβουλοί της τράπεζας, UBS και Goldman Sachs, επιβεβαιώθηκε η αυξημένη όρεξη για επενδύσεις στο ελληνικό χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Όπως εξηγούν, πέραν των εκτιμήσεων για την περαιτέρω βελτίωση των θεμελιωδών μεγεθών του κλάδου, κομβικό ρόλο για την προσέλκυση φρέσκων κεφαλαίων στην εγχώρια αγορά παίζει το ευνοϊκό μακροοικονομικό περιβάλλον της χώρα μας.
Το 2024 η Ελλάδα αναμένεται να εμφανίσει ξανά υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη, ενώ η προοπτική μείωσης των επιτοκίων από την ΕΚΤ αποτελεί συνθήκη ικανή για να δώσει επιπλέον ώθηση στην οικονομική δραστηριότητα.
Η Κομισιόν προβλέπει ότι το ΑΕΠ θα αυξηθεί κατά 2,3% έναντι 2,4% το 2023, ενώ ο πληθωρισμός θα επιβραδυνθεί στο 2,8% από 4,3%, λειτουργώντας υποστηρικτικά στον κλάδο.
Η πιστωτική επέκταση
Επίσης, με θετικό μάτι βλέπουν οι ξένοι τα περιθώρια επιτάχυνσης των ρυθμών πιστωτικής επέκτασης και ενίσχυσης των καθαρών εσόδων από τόκους.
Πρόκειται για μία κρίσιμη παράμετρο για τη λήψη των επενδυτικών τους αποφάσεων, μιας και από εφέτος η ευρωζώνη θα εισέλθει εκτός απροόπτου σε καθεστώς χαλαρότερης νομισματικής πολιτικής.
Στο πλαίσιο αυτό, οι ελληνικές τράπεζες θα έχουν τη δυνατότητα να αναπληρώσουν τις απώλειες στο επιτοκιακό τους εισόδημα από τις υφιστάμενες χορηγήσεις μέσω της αύξησης των νέων εκταμιεύσεων.
Προς αυτήν την κατεύθυνση θετικά θα λειτουργήσουν τόσο τα δάνεια του Ταμείου Ανάκαμψης, όσο και οι υψηλοί δείκτες ρευστότητας που διατηρούν οι τέσσερις συστημικοί όμιλοι.
Επίσης, υπάρχουν σημαντικά περιθώρια αύξησης των εσόδων από προμήθειες, καθώς σε σύγκριση με τα υπόλοιπα ευρωπαϊκά πιστωτικά ιδρύματα παραμένουν πολύ χαμηλά ως ποσοστό του ενεργητικού τους.
Με αυτά τα δεδομένα, εκτιμάται ότι παρά τις αναμενόμενες μειώσεις στα ευρωπαϊκά επιτόκια, οι ελληνικές τράπεζες θα συνεχίσουν να καταγράφουν υψηλή απόδοση επί των ιδίων κεφαλαίων τους την επόμενη τριετία. Θα ανοίξει με τον τρόπο αυτό ο δρόμος για την επιβράβευση των μετόχων τους μέσω μερισμάτων.
Εκτιμήσεις
Σύμφωνα με νέα έκθεση της Optima Research, οι ελληνικές τράπεζες θα εμφανίσουν διάμεσο δείκτη RoaTBV της τάξης του 14% το 2024, επίπεδα υψηλότερα κατά 130 μονάδες βάσης σε σχέση με το μέσο όρο της ΕΕ (12,7%).
Το γεγονός αυτό δεν δικαιολογεί κατά τους αναλυτές της, το τρέχον discount στις αποτιμήσεις τους. Συγκεκριμένα, εκτιμούν ότι πρέπει να διαπραγματεύονται τουλάχιστον στο ίδιο επίπεδο με τις ευρωπαϊκές τράπεζες.
Τέλος, αναμένουν ότι οι τέσσερις συστημικοί όμιλοι θα διανείμουν το 23% των καθαρών κερδών τους, προσφέροντας μέση ακαθάριστη μερισματική απόδοση 3,7%.O.T.