Ο Ιησούς έκανε λόγο για μία αμαρτία που είναι «μεγαλύτερη» στο Ιωάννης 19:11
Καμία αμαρτία δεν είναι μεγαλύτερη από κάποια άλλη αμαρτία ως προς την αιώνια σημασία της. Κάθε αμαρτία μάς αποχωρίζει από τον Θεό και πρέπει να γίνει εξιλέωση για κάθε αμαρτία . Δεν υπάρχει, ακόμη, «μεγαλύτερη αμαρτία» με την έννοια των «θανάσιμων» και «αφέσιμων» (συγχωρητέων) αμαρτιών, όπως διδάσκει η ρωμαιοκαθολική Εκκλησία. Ολες οι αμαρτίες είναι «θανάσιμες», καθότι αρκεί μία αμαρτία για να καταστήσει τον φταίχτη πνευματικά νεκρό και αιώνια αποχωρισμένο από τον Θεό. Την ίδια στιγμή η Αγία Γραφή διακηρύττει πως την Ημέρα τής Κρίσης κάποιες αμαρτίες θα λάβουν μεγαλύτερη τιμωρία από κάποιες άλλες (Ματθαίος 11:22, 24, Λουκάς 10:12, 14).
Ο Ιησούς έκανε λόγο για μία αμαρτία που είναι «μεγαλύτερη» (αλλά όχι η «μέγιστη») στο Ιωάννης 19:11. Μιλώντας στον Πόντιο Πιλάτο, είπε ότι εκείνος που Τον παρέδωσε σ’ αυτόν ήταν ένοχος μιας «μεγαλύτερης αμαρτίας». Μ’ αυτό εννοούσε πως η ενοχή τού ανθρώπου που Τον παρέδωσε στον Πιλάτο, είτε αυτός ήταν ο Ιούδας είτε ο Καϊάφας, ήταν μεγαλύτερη από αυτήν του Πιλάτου εξαιτίας τής σκόπιμης και ψυχρής πράξης τής παράδοσης τού Ιησού, ενώ υπήρχε η συγκλονιστική μαρτυρία τών θαυμάτων και της διδασκαλίας Του, στοιχεία που έδειχναν αλάνθαστα πως ήταν ο Μεσσίας και ο Γιος τού Θεού. Η αμαρτία αυτή ήταν μεγαλύτερη από εκείνη των ανθρώπων που δεν Τον γνώρισαν. Αυτό δείχνει ότι όσοι γνώρισαν τον Ιησού ως Γιο τού Θεού και Τον απέρριψαν, θα λάβουν μεγαλύτερη τιμωρία από εκείνους που παρέμειναν στην άγνοια τού προσώπου Του: «Αν ήσασταν τυφλοί, δεν θα είχατε αμαρτία· τώρα, όμως, λέτε ότι βλέπουμε· η αμαρτία σας, λοιπόν, μένει.» (Ιωάννης 9:41).
Τα περιστατικά αυτά, όμως, δεν αποδεικνύουν ότι κάποια αμαρτία είναι η «μέγιστη» μεταξύ όλων. Η περικοπή Παροιμίες 6:16-19 περιέχει έναν κατάλογο επτά αμαρτιών που ο Θεός μισεί και απεχθάνεται: «Είν’ έξι πράγματα που τα μισεί ο Κύριος, μάλιστα εφτά που είναι αδύνατο να τ’ ανεχθεί:
Μάτια αλαζονικά, γλώσσα που λέει ψέματα, χέρια που αθώο χύνουν αίμα, μυαλό που μηχανεύεται σχέδια αμαρτωλά· πόδια που τρέχουν στο κακό, μάρτυρα ψεύτη που διαδίδει ψέματα,
κι εκείνον που διχόνοιες σπέρνει ανάμεσα στους αδερφούς.». Καμία, όμως, από τις επτά αυτές αμαρτίες δεν χαρακτηρίζεται ως μεγαλύτερη έναντι των υπολοίπων, και καμία δεν χαρακτηρίζεται ως η μέγιστη αμαρτία.
Αν και η Αγία Γραφή δεν κατονομάζει κάποια αμαρτία ως την μέγιστη αμαρτία, αναφέρεται στην ασυγχώρητη αμαρτία, που είναι η απιστία. Δεν υπάρχει συγχώρηση για τον άνθρωπο που πεθαίνει με απιστία. Η Γραφή καθιστά σαφές ότι ο Θεός μέσα στην αγάπη Του για το ανθρώπινο γένος προμήθευσε τα απαραίτητα για την αιώνια σωτηρία του —τον Ιησού Χριστό και τον θάνατό Του πάνω στον σταυρό— για «καθέναν που πιστεύει σ’ Αυτόν» (Ιωάννης 3:16). Η μόνη συνθήκη κάτω από την οποία δεν χορηγείται άφεση αφορά εκείνους που απορρίπτουν τον μοναδικό τρόπο σωτηρίας. Ο Ιησούς είπε, «Εγώ είμαι ο δρόμος, και η αλήθεια, και η ζωή· κανένας δεν έρχεται στον Πατέρα, παρά μόνον διαμέσου εμού.» (Ιωάννης 14:6), καθιστώντας ξεκάθαρο ότι Αυτός και μόνον Αυτός αποτελεί το μονοπάτι που οδηγεί στον Θεό και την σωτηρία. Η απόρριψη του μόνου δρόμου σωτηρίας είναι ασυγχώρητη, και με την έννοια αυτήν, είναι η μέγιστη των αμαρτιών.