Το δρόμο για τη διαγραφή οφειλών προς το Δημόσιο σε υπερχρεωμένους οφειλέτες (φυσικά πρόσωπα) που έχουν ρυθμίσει τα χρέη τους προς την Εφορία με δικαστική απόφαση στο πλαίσιο του νόμου Κατσέλη (ν.3869/2010) ανοίγει η ΑΑΔΕ.
Με νέα αναλυτική εγκύκλιο, ο διοικητής της ΑΑΔΕ, Γιώργος Πιτσιλής ξεκαθαρίζει το τοπίο για την απαλλαγή των υπερχρεωμένων οφειλετών που έχουν υπαχθεί στη ρύθμιση του ν. Κατσέλη από το υπόλοιπο της οφειλής και αποσαφηνίζει τη διαδικασία διαγραφής του συγκεκριμένου χρέους αλλά και τις περιπτώσεις που χάνεται η απαλλαγή, «αναβιώνουν» τα χρέη και ενεργοποιούνται τα αναγκαστικά μέτρα είσπραξης της οφειλής και η διαδικασία πλειστηριασμού της κύριας κατοικίας.
Όπως ορίζεται στην εγκύκλιο Πιτσιλή:
1. Οι οφειλέτες που έχουν εντάξει τις οφειλές τους στη ρύθμιση του ν.3869/2010 απαλλάσσονται από «κάθε τυχόν υφιστάμενο υπόλοιπο οφειλής» και από απαίτηση του Δημοσίου εφόσον συντρέχουν σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις:
Να έχει περιληφθεί η απαίτηση του Δημοσίου ως πιστωτή, στο σχέδιο διευθέτησης οφειλών που περιλαμβάνεται στην αίτηση του οφειλέτη ενώπιον του αρμόδιου Ειρηνοδικείου και να μην έχει εξαιρεθεί από το δικαστήριο.
Να έχει επιδοθεί στον δικαιούχο -πιστωτή της απαίτησης (Δημόσιο) η αίτηση του οφειλέτη περί υπαγωγής του στον ν. 3869/2010 (γνωστό ως “Νόμο Κατσέλη”), διαφορετικά το Δημόσιο δεν έχει καταστεί διάδικος και δεν δεσμεύεται από την απόφαση που θα εκδοθεί.
Να έχει συμμορφωθεί ο οφειλέτης στη ρύθμιση των οφειλών του, σύμφωνα με τη δικαστική απόφαση και το νόμο, στις οριζόμενες καταβολές εντός της τριετίας, προς όλους τους πιστωτές. Δηλαδή, δεν αρκεί μόνη η συμμόρφωση του οφειλέτη προς την κανονική εκτέλεση των υποχρεώσεών του έναντι ενός μόνου πιστωτή (όπως είναι το Ελληνικό Δημόσιο). Αντιθέτως απαιτείται η συμμόρφωσή του έναντι του συνόλου των πιστωτών, των οποίων οι απαιτήσεις καταλαμβάνονται από τη δικαστική ρύθμιση.
2. Ο οφειλέτης απαλλάσσεται για οφειλές:
οι οποίες είναι βεβαιωμένες στην Φορολογική Διοίκηση προς το Δημόσιο ή υπέρ τρίτων,
ατομικές, δηλαδή βεβαιωμένες στον ΑΦΜ του οφειλέτη ή σε Α.Φ.Μ. τρίτου, για τις οποίες όμως ο οφειλέτης έχει αποκλειστική ευθύνη, όπως οφειλές από κληρονομική διαδοχή, ή
από συνυπευθυνότητα, δηλαδή βεβαιωμένες στον Α.Φ.Μ. τρίτου προσώπου, για την καταβολή των οποίων ο οφειλέτης ευθύνεται εις ολόκληρον με το πρόσωπο αυτό, υπό την προϋπόθεση ότι ρυθμίζονται από τη δικαστική απόφαση του ν. 3869/2010.
3. Ο οφειλέτης δεν απαλλάσσεται από βεβαιωμένες οφειλές που,
α) ενώ είχαν συμπεριληφθεί στην αίτηση περί υπαγωγής τους στον ν. 3869/2010, εξαιρέθηκαν και δεν ρυθμίστηκαν και
β) που δεν συμπεριλήφθηκαν από τον οφειλέτη στην αίτησή του ούτε εντάχθηκαν στη διαδικασία από το δικαστήριο.
4. Η απαλλαγή από το υπόλοιπο οφειλών επέρχεται μόνο υπέρ του αιτούντος οφειλέτη που υπήχθη στις προστατευτικές διατάξεις του ν. 3869/2010 και δεν έχει καμία επίπτωση στην ευθύνη τυχόν τρίτων προσώπων που ευθύνονται αλληλεγγύως με αυτόν έναντι του Δημοσίου (π.χ. συνυπόχρεοι, εγγυητές). Η ευθύνη των προσώπων αυτών εξακολουθεί να υφίσταται.
5. Από το χρονικό σημείο επέλευσης της απαλλαγής, οι οφειλές για τις οποίες απαλλάσσεται ο οφειλέτης, δεν λαμβάνονται υπόψη για τη χορήγηση στον οφειλέτη αποδεικτικού ενημερότητας ή βεβαίωσης οφειλής, δεν υπόκεινται σε συμψηφισμό με απαιτήσεις του οφειλέτη έναντι του Δημοσίου και δεν λαμβάνονται υπόψη για την άσκηση ποινικής δίωξης σε βάρος του οφειλέτη. Επίσης, για τις οφειλές αυτές δεν επιβάλλονται από τη Φορολογική Διοίκηση σε βάρος του οφειλέτη μέτρα διασφάλισης, καθώς και μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης, ενώ αίρονται τα μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης που έχουν επιβληθεί για την είσπραξη των οφειλών που υπόκεινται σε απαλλαγή. Ποσά που έχουν εισπραχθεί κατ’ εφαρμογή των μέτρων αυτών πριν από την επέλευση της απαλλαγής δεν επιστρέφονται.
Πότε χάνεται η απαλλαγή
6. Κατ’ εξαίρεση και παρά την απαλλαγή, ακόμα και οφειλές για τις οποίες απαλλάσσεται ο οφειλέτης, αναγγέλλονται από τη Φορολογική Διοίκηση:
στον εκκαθαριστή, εάν τυχόν ορισθεί για να προχωρήσει εκποίηση των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη
σε περίπτωση αναγκαστικής εκτέλεσης επί της κύριας κατοικίας του οφειλέτη, λόγω καταγγελίας της εν λόγω ρύθμισης.
Η απαλλαγή του οφειλέτη ανατρέπεται, εάν γίνει δεκτή από το Δικαστήριο αίτηση έκπτωσης, η οποία μπορεί να ασκηθεί από πιστωτή εντός δύο ετών από την επέλευση της απαλλαγής.
Η αίτηση έκπτωσης υποβάλλεται από οποιονδήποτε πιστωτή, σε περίπτωση που ο οφειλέτης από δόλο ή βαριά αμέλεια:
α) έχει παραβεί το καθήκον ειλικρινούς δήλωσης για τα περιουσιακά του στοιχεία και τα εισοδήματά του ή
β) παραλείψει να συμπεριλάβει στην κατάσταση πιστωτών, κάποιους πιστωτές του.
Σε περίπτωση αποδοχής από το Δικαστήριο της αίτησης έκπτωσης, η απαλλαγή ανατρέπεται έναντι όλων των πιστωτών και όχι μόνο έναντι του αιτούντος πιστωτή, οπότε οι απαιτήσεις των πιστωτών (από τις οποίες είχε απαλλαγεί ο οφειλέτης) επανέρχονται στο ύψος στο οποίο θα βρίσκονταν αν δεν είχε υποβληθεί η αίτηση του Νόμου Κατσέλη. Για τον προσδιορισμό του ύψους των απαιτήσεων αφαιρούνται τα ποσά που έχουν καταβληθεί από τον οφειλέτη.
Επισήμανση:
Σημειώνεται ότι η καταγγελία μετά την επέλευση της απαλλαγής δεν επιφέρει την ανατροπή αυτής, αλλά συνεπάγεται μόνο τη δυνατότητα αναγκαστικής εκτέλεσης επί της κύριας κατοικίας του οφειλέτη.
Διαγραφή οφειλών
Για να επέλθει η διαγραφή των οφειλών στις οποίες εκτείνεται η απαλλαγή πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
Να έχει καταστεί αμετάκλητη η δικαστική απόφαση με την οποία ρυθμίστηκαν οι οφειλές σύμφωνα με το ν. 3869/2010 (Νόμο Κατσέλη).
Να έχει παρέλθει άπρακτη η προθεσμία για την άσκηση αίτησης έκπτωσης, δηλαδή να έχουν παρέλθει 2 έτη από την επέλευση της απαλλαγής, χωρίς να έχει ασκηθεί από πιστωτή αίτηση έκπτωσης ή, σε περίπτωση που έχει ασκηθεί αίτηση έκπτωσης, να έχει εκδοθεί αμετάκλητη απορριπτική απόφαση επί αυτής.
Να μην υφίστανται άλλοι οφειλέτες / ευθυνόμενα πρόσωπα πέραν του απαλλασσόμενου οφειλέτη για τις οφειλές που υπόκεινται σε απαλλαγή.
Εφόσον με τη δικαστική απόφαση εξαιρείται από την εκποίηση η κύρια κατοικία του οφειλέτη, να έχει ολοκληρωθεί η αποπληρωμή των δόσεων που ορίζονται σε αυτή.