Τα ελληνικά νοικοκυριά, αδυνατώντας να ανταπεξέλθουν στο αυξημένο κόστος
Πριν από τον ζοφερό χειμώνα, πριν καν αυξηθούν οι δόσεις δανείων και οι ρυθμίσεις οφειλών λόγω της ανόδου των επιτοκίων, πριν από τα έξοδα του Σεπτεμβρίου για ακριβότερα σχολικά, φροντιστήρια κ.λπ., τα νοικοκυριά έχουν ήδη μειώσει τις αγορές ακόμη και για βασικές κατηγορίες προϊόντων πρώτης ανάγκης, «αποκαλύπτοντας» τι πρόκειται να ακολουθήσει.
Ηδη, σύμφωνα με στέλεχος αλυσίδας σουπερμάρκετ, σε επίπεδο όγκου πωλήσεων η μείωση φτάνει το 9% το πρώτο εξάμηνο εφέτος συγκριτικά με το αντίστοιχο διάστημα του 2021. Η ίδια εικόνα συνεχίζεται και τον Ιούλιο, με τους καταναλωτές να αναζητούν προσφορές και φθηνότερα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας.
«Τρεις στους τέσσερις καταναλωτές, περίπου το 74%, αγοράζει με κριτήριο μόνο την τιμή. Η ενέργεια τρώει από το διατιθέμενο εισόδημα, σε μέσους όρους, το 17%» σύμφωνα με έρευνα του Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Λιανικής Πώλησης.
Γάλα, γιαούρτια, τυριά, αβγά, ξηροί καρποί, φρούτα, κρέας, κατεψυγμένα τρόφιμα, κονσέρβες, σνακ, αναψυκτικά, αρτοσκευάσματα, είδη ζαχαροπλαστικής, όσπρια, φρέσκα ψάρια και θαλασσινά, αλκοολούχα ποτά, χαρτικά, απορρυπαντικά και είδη προσωπικής υγιεινής και ομορφιάς είναι τα βασικά ταχυκίνητα καταναλωτικά προϊόντα που οι πωλήσεις τους σε όγκο έχουν μειωθεί από 0,5% έως και 13,5%.
Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση των γαλακτοκομικών, όπου ο όγκος πωλήσεων υποχωρεί περίπου 7% στο εξάμηνο εφέτος, σύμφωνα με τις εταιρείες μετρήσεων, ενώ σε ποσοστό 6% μειώνεται ο όγκος των πωλήσεων των κατεψυγμένων και κατά 8% στα απορρυπαντικά.
Με δεδομένο ότι το κόστος των πρώτων υλών και των τιμών εισαγωγών συνεχίζει να αυξάνεται, οι προβλέψεις για την πορεία του όγκου πωλήσεων είναι μάλλον δυσοίωνες παρά την πολύ καλή πορεία του τουρισμού.
Για παράδειγμα, λόγω της τεράστιας έλλειψης σε πρόβειο γάλα αυτή την περίοδο, οι γαλακτοβιομηχανίες δίνουν τιμή στα 1,70 ευρώ το κιλό για να το αγοράσουν, όταν πέρυσι τον Ιούλιο οι τιμές δεν ξεπερνούσαν το 1,20 ευρώ ανά κιλό.
Τρομακτικές αυξήσεις
Από τον Νοέμβριο του 2021 που η ακρίβεια άρχισε να δείχνει τα δόντια της, το αλεύρι έχει ανατιμηθεί σε ποσοστό της τάξης του 33,3%, ενώ από πέρυσι τον Ιούνιο η αύξηση φτάνει στο 79,6%.
Κατά 33,8% έχουν ακριβύνει τα αβγά μέσα σε οκτώ μήνες, ενώ στο ίδιο διάστημα έχει αυξηθεί 8% η τιμή στο ράφι για το ελαιόλαδο, 15% στο νωπό γάλα, 23,2% στο ψωμί του τοστ, 41,3% στις πατάτες, 34,2% στο αραβοσιτέλαιο, 18% στη συσκευασμένη φέτα και 61% στο ηλιέλαιο.
Με βάση τις καλοκαιρινές προβλέψεις για την Ελλάδα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκτιμά ότι το 2022 ο πληθωρισμός θα διαμορφωθεί στο 8,9% από 6,3% που προέβλεπε την άνοιξη, για να αρχίσει να υποχωρεί σταδιακά το 2023 και να φτάσει στο 3,5% το επόμενο έτος έναντι πρόβλεψης για 1,9% τον Μάιο.
Εκτός από τη διατήρηση του υψηλού πληθωρισμού, η εξασθένηση της δυναμικής στη δημιουργία θέσεων εργασίας, ιδίως λόγω της ασθενέστερης ανάκαμψης, αναμένεται να λειτουργήσει ως τροχοπέδη στις δαπάνες των νοικοκυριών τα επόμενα τρίμηνα, αναφέρεται από την Κομισιόν.
Επιστροφή στο 2015
Με τον πληθωρισμό στο ράφι να εκτιμάται ότι θα ξεπεράσει το 10% μέσα στις επόμενες εβδομάδες, καθώς δεν υπάρχει κανένα ορατό σημάδι συγκράτησης, οι καταναλωτές στρέφονται στα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας παρά το γεγονός ότι ακριβαίνουν περισσότερο από τα επώνυμα, αφού και σε αυτή την περίπτωση παραμένουν φθηνότερα.
Για πρώτη φορά μετά το 2015 (περίοδος βαθιάς κρίσης) το μερίδιο των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας αυξάνεται αγγίζοντας πλέον το 16%, όταν την ίδια ώρα ο τζίρος στα σουπερμάρκετ υποχωρεί.
Οι κύριες κατηγορίες με αύξηση των πωλήσεων ιδιωτικής ετικέτας εξακολουθούν να είναι τρόφιμα (όσπρια, ζυμαρικά κ.ά.) αλλά και τα προϊόντα οικιακής φροντίδας (χαρτί κουζίνας, καθαριστικά κ.ά.).
Σε κίνδυνο τα κέρδη
Η αδυναμία των καταναλωτών να αντεπεξέλθουν στο αυξημένο κόστος αποτυπώνεται και στην κάτω γραμμή των αποτελεσμάτων σουπερμάρκετ και προμηθευτών.
Μόλις μία επιχείρηση στις δέκα (ποσοστό 11%) αναμένει καλύτερο οικονομικό αποτέλεσμα για εφέτος, με βάση την κυλιόμενη έρευνα Τάσεων στο Λιανεμπόριο FMCG του Ινστιτούτου Ερευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών.
Πρακτικά, 1 στις 4 επιχειρήσεις του κλάδου του λιανεμπορίου και της βιομηχανίας τροφίμων αναμένει ζημιές το 2022. Μόλις 1 στις 2 αναμένει κέρδη, αλλά και από αυτές οι μισές εταιρείες αναμένουν οριακή αύξηση κάτω του 2%.