Πώς κρίνει τις πρόσφατες αλλαγές η Πανελλήνιο Ενωση Φαρμακοβιομηχανίας
Τις μεγάλες αλλαγές που φέρνει στην αγορά φαρμάκου το νομοσχέδιο του υπουργείου Υγείας σχολιάζει η Πανελλήνια Ενωση Φαρμακοβιομηχανίας. Συγκεκριμένα, με ανακοίνωσή της η ΠΕΦ, αναφορικά με τα μέτρα φαρμακευτικής πολιτικής που ψηφίστηκαν πρόσφατα στο Νόμο Γιατρός για Όλους, Ισότιμη και Ποιοτική Πρόσβαση στις Υπηρεσίες του Εθνικού Οργανισμού Παροχής Υπηρεσιών Υγείας και στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας και άλλες Διατάξεις, κάνει λόγο για μέτρα προς της σωστή κατεύθυνση, αλλά ασκεί κριτική σε όσους ζητούν τη μείωση τιμών στα παλαιά φάρμακα.
Συγκεκριμένα, η ΠΕΘ αναφέρει:
Εδώ και πολύ καιρό επισημαίνουμε την σημαντική υποχρηματοδότηση της φαρμακευτικής δαπάνης. Είναι λοιπόν ξεκάθαρο ότι βασικός στόχος όλων θα πρέπει να είναι η διασφάλιση της ενίσχυσης του προϋπολογισμού για το φάρμακο.
Κάποια από τα νέα μέτρα φαρμακευτικής πολιτικής που ψηφίστηκαν πρόσφατα κινούνται προς την σωστή κατεύθυνση της βελτίωσης της πρόσβασης των ασθενών σε όλα τα φάρμακα και στις νέες θεραπείες. Παράλληλα οδηγούν στον εξορθολογισμό της δαπάνης και στη διασφάλιση της βιωσιμότητας των οικονομικών φαρμάκων, ειδικά στα νοσοκομεία.
Τα δεδομένα της φαρμακευτικής δαπάνης είναι καταλυτικά και δείχνουν ότι η αύξηση του clawback οφείλεται στην ανεξέλεγκτη υποκατάσταση των οικονομικών φαρμάκων από νεότερα ακριβότερα. Ειδικά κατά την τελευταία πενταετία, έγιναν σημαντικές μειώσεις τιμών που εστίασαν μονομερώς στα παλαιά φάρμακα. Δυστυχώς όμως, η υποκατάσταση εξανέμισε 600 εκατ.€ εξοικονομήσεων λόγω των μειώσεων τιμών και το clawback αυξήθηκε.
Όποιοι λοιπόν προτείνουν την ίδια αποτυχημένη συνταγή των μειώσεων τιμών μόνο στα παλιά φάρμακα ως δήθεν λύση για τον περιορισμό του clawback, στην πράξη επιθυμούν τη διατήρηση των ολιγοπωλιακών καταστάσεων που οδήγησαν το clawback σε αυτά τα ύψη. Όσοι αναφέρονται στη δήθεν προστασία των παλαιών φαρμάκων των 5-7 ευρώ επιθυμούν την παράταση της προνομιακής μεταχείρισης σε κάποιες κατηγορίες φαρμάκων. Αντίθετα, θα πρέπει να τερματιστεί η προστασία της ανεξέλεγκτης χρήσης κάποιων ακριβών νέων φαρμάκων.
Η πολύ υψηλή άμεση και έμμεση υπερφορολόγηση αποτελεί βάρος για όλες τις φαρμακευτικές εταιρείες ελληνικές και ξένες και θέτει σε κίνδυνο τις επενδύσεις τους. Ειδικά για τις ελληνικές φαρμακοβιομηχανίες που διαθέτουν χιλιάδες θέσεις εργασίας και υλοποιούν σημαντικά επενδυτικά προγράμματα το βάρος αυτό είναι δυσβάστακτο.
Στο πλαίσιο αυτό, θεωρούμε ότι η ουσιαστική αντιμετώπιση της υπερφορολόγησης προϋποθέτει αφενός την επαρκή χρηματοδότηση της φαρμακευτικής δαπάνης που εξακολουθεί να βρίσκεται σε πολύ χαμηλά επίπεδα και αφετέρου τον έλεγχο της συνταγογράφησης και αποζημίωσης μέσω της ψηφιοποίησης του συστήματος φαρμακευτικής φροντίδας.
Τα ανωτέρω, σε συνδυασμό με την παροχή ουσιαστικών κινήτρων για την επιλογή οικονομικότερων φαρμάκων όπου είναι διαθέσιμες, μπορούν να βελτιώσουν σημαντικά την οικονομική αποδοτικότητα του συστήματος, και παράλληλα να διασφαλίσουν την πρόσβαση των ασθενών σε κάθε απαραίτητη θεραπεία.