Ανοσία στον SARS-CoV-2, τον ιό που προκαλεί τη νόσο COVID-19, χωρίς ποτέ να εκτεθούμε σε αυτόν....!!Νέες μελέτες βρήκαν ότι άνθρωποι που δεν είχαν παρουσιάσει ποτέ συμπτώματα μπορεί να έχουν ανοσοκύτταρα που μπορούν να αναγνωρίσουν και να σκοτώσουν τον ιό.

 Ανοσία στον SARS-CoV-2, τον ιό που προκαλεί τη νόσο COVID-19, χωρίς ποτέ να εκτεθούμε σε αυτόν....!!Νέες μελέτες βρήκαν ότι άνθρωποι που δεν είχαν παρουσιάσει ποτέ συμπτώματα μπορεί να έχουν ανοσοκύτταρα που μπορούν να αναγνωρίσουν και  να σκοτώσουν τον ιό.







Μπορούμε να αποκτήσουμε ανοσία στον SARS-CoV-2, τον ιό που προκαλεί τη νόσο COVID-19, χωρίς ποτέ να εκτεθούμε σε αυτόν;

Νέες μελέτες βρήκαν ότι άνθρωποι που δεν είχαν παρουσιάσει ποτέ συμπτώματα, δεν εκτέθηκαν ή δεν βγήκαν θετικοί σε τεστ κορωνοϊού μπορεί να έχουν ανοσοκύτταρα που μπορούν να αναγνωρίσουν και ενδεχομένως να σκοτώσουν τα κύτταρα που έχουν προσβληθεί από τον ιό.

Πολλά κρυολογήματα προκαλούνται από κορωνοϊούς

Οι κορωνοϊοί που μπορούν να μολύνουν τους ανθρώπους είναι επτά. Οι τρεις από αυτούς (SARS-CoV-2, SARS-CoV-1 και MERS-CoV) μπορούν να προκαλέσουν σοβαρά αναπνευστικά συμπτώματα, ενώ οι άλλοι τέσσερις προκαλούν σχετικά ήπια κρυολογήματα. Σαφής αριθμός είναι δύσκολο να βρεθεί, μια εκτίμηση, ωστόσο, υποδεικνύει ότι έως και το 30% των κοινών κρυολογημάτων προκαλούνται από αυτούς τους κορωνοϊούς και σχεδόν το 90% των ανθρώπων έχουν κάποια αντισώματα εναντίον τους. Όπως και άλλοι ιοί που προκαλούν το κοινό κρυολόγημα (όπως οι ρινοϊοί), οι κορωνοϊοί παρουσιάζουν έντονη εποχικότητα, με το κύμα των λοιμώξεων να αυξάνεται χαρακτηριστικά κάθε χειμώνα.

Η ανοσία σε αυτούς του κορωνοϊούς του κοινού κρυολογήματος δεν διαρκεί πολύ, επομένως η εκ νέου μόλυνση παρατηρείται συχνά, με τους επιστήμονες αυτή τη στιγμή να προσπαθούν να βρουν τι ισχύει στην περίπτωση του SARS-CoV-2.

Τα ευρήματα των νέων μελετών

Κατά τη διάρκεια των νέων μελετών, οι επιστήμονες εξέθεσαν το αίμα υγιών ανθρώπων στον SARS-CoV-2, οι οποίοι επιβεβαιωμένα δεν είχαν νοσήσει ποτέ από κορωνοϊό ή το αίμα τους είχε συλλεχθεί χρόνια πριν την εμφάνιση της πανδημίας.

Ανάλογα με την εκάστοτε μελέτη, μεταξύ 20-50% τω ανθρώπων αυτών αποδείχθηκε πως είχαν ανοσοκύτταρα (Τ-κύτταρα) που μπορούσαν να αναγνωρίσουν τον SARS-CoV-2. Πρόκειται για ένα απροσδόκητο φαινόμενο, καθώς συγκεκριμένα T-κύτταρα εμφανίζονται μόνο μετά από μόλυνση από τον ιό.

Οι επιστήμονες έδωσαν δύο εξηγήσεις: Είτε αυτοί οι «υγιείς δότες» ήταν ήπια μολυσμένοι από τον SARS-CoV-2 και δεν παρουσίαζαν συμπτώματα ούτε ανέπτυξαν αντισώματα, αλλά ανέπτυξαν μια απόκριση των Τ-κυττάρων, είτε, στην περίπτωση των δειγμάτων που ελήφθησαν πριν την εμφάνιση της νόσου, αυτά τα Τ-κύτταρα μπορούσαν να αναγνωρίσουν πολλαπλούς κορωνοϊούς, μεταξύ των οποίων τα κοινά κρυολογήματα και ο SARS-CoV-2.

Κάτι παραπάνω από αντισώματα

Όταν νοσούμε από έναν ιό, όπως ο SARS-CoV-2, το ανοσοποιητικό μας σύστημα αντιδρά με διάφορους τρόπους. Δημιουργεί αντισώματα, τα οποία αδρανοποιούν τον ιό για να μην εισέλθει στα κύτταρα. Τα αντισώματα αυτά είναι συγκεκριμένα για κάθε ιό και άρα μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να εξεταστεί αν κάποιος είχε νοσήσει από τον ιό και στο παρελθόν.

Εκτός, όμως, από τα αντισώματα, ο ανθρώπινος οργανισμός διαθέτει και άλλα ανοσολογικά όπλα για την καταπολέμηση των ιών. Τα Τ-κύτταρα είναι εξειδικευμένα ανοσοκύτταρα με διάφορες λειτουργίες (μεταξύ των οποίων και η παραγωγή αντισωμάτων), με την πιο διακεκριμένη να είναι η ικανότητα αναγνώρισης και εξόντωσης των μολυσμένων από ιό κυττάρων. Πρόκειται για μια ιδιαίτερα σημαντική λειτουργία, καθώς αν ο ιός προσπελάσει τα αντισώματα και καταφέρει να μπει στα κύτταρα, μπορεί να ξεκινήσει να αναπαράγεται. Επομένως, η εξόντωση των μολυσμένων κυττάρων είναι ένας από τους πιο αποτελεσματικούς τρόπους διακοπής της λοίμωξης.

Τα Τ-κύτταρα είναι οι καλύτεροι ανιχνευτές

Πώς γνωρίζουν τα Τ-κύτταρα ποια από τα κύτταρα του σώματός μας έχουν μολυνθεί από έναν ιό;

Αυτό συμβαίνει επειδή μπορούν να αναγνωρίζουν μικρά αλλά συγκεκριμένα τμήματα των ιικών πρωτεϊνών που τα κύτταρα φέρουν στην επιφάνειά τους και τα οποία δρουν σαν «φάρος» για τα Τ-κύτταρα, καθώς έτσι εντοπίζουν τα μολυσμένα κύτταρα και τα εξοντώνουν. Όπως και με τα αντισώματα, μετά το τέλος της λοίμωξης, ο οργανισμός κρατά κάποια από αυτά τα Τ-κύτταρα σε περίπτωση επαναλοίμωξης από τον ίδιο ιό.

Τα μικρά τμήματα του ιού που υπάρχουν στην επιφάνεια των μολυσμένων κυττάρων μπορεί να προέρχονται από οποιοδήποτε μέρος του ιού, συμπεριλαμβανομένου και του εσωτερικού, το οποίο τείνει να είναι παρόμοιο στους διάφορους τύπους κορωνοϊών. Αυτό σημαίνει ότι ένα Τ-κύτταρο που αναγνωρίζει ένα τμήμα ιικής πρωτεΐνης από κάποιο είδος κορωνοϊού θα μπορούσε ίσως να αναγνωρίσει το ίδιο τμήμα που προέρχεται από κάποιον άλλο κορωνοϊό.

Άρα, είναι πιθανό κάποια από τα Τ-κύτταρα που είχαν σχηματιστεί κατά τη διάρκεια μιας λοίμωξης από κοινό κρυολόγημα να αναγνωρίζουν τον SARS-CoV-2 και να βοηθούν το ανοσοποιητικό μας σύστημα να κάνει το πρώτο βήμα για την καταπολέμησή του. Πρόκειται, λοιπόν, για κύτταρα τόσο προστατευτικά έναντι διαφόρων λοιμώξεων όσο και μακράς διάρκειας. Σε ασθενείς που ανέρρωσαν από SARS-CoV-1, συγκεκριμένα Τ-κύτταρα παρέμεναν ανιχνεύσιμα έως και 11 χρόνια αργότερα.

Αυτή η μνήμη των Τ-κυττάρων θα μπορούσε να μας προστατεύσει από την ανάπτυξη σοβαρής COVID-19 και ενδεχομένως να εξηγήσει το γιατί κάποιοι άνθρωποι νοσούν σοβαρά από την COVID-19, ενώ άλλοι όχι.